προσποιήτου

προσποιήτου
προσποίητος
taken to oneself
masc/fem/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • προσποιητοῦ — προσποιητής simulator masc gen sg προσποιητός taken to oneself masc/neut gen sg προσποιητός taken to oneself masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ντον, Τζον — (John Donne, Λονδίνο ;1572 – 1631). Άγγλος ποιητής. Από καθολική οικογένεια, ανατράφηκε ως καθολικός, σε μια περίοδο κατά την οποία οι μη αγγλικανοί θεωρούνταν ύποπτοι· το γεγονός ότι ανήκε σε μια θρησκευτική μειονότητα εμπόδισε και –κατά ένα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”